Χρωστάμε λίγα λόγια για τα μικρότερα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή με τις εκλογές του Ιουνίου. Ίσως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι είναι ο χώρος δεξιά της ΝΔ, αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
ΚΚΕ και Πλεύση
Το ΚΚΕ εμφανίζει μια άνοδο, αλλά αυτή δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Συνηθίζει να ανεβαίνει και να κατεβαίνει ανάλογα με τις συνθήκες της περιόδου, και αυτήν η περίοδος είναι φυσικά ιδανική για να ανέβει, αφού δεν υπάρχει ξεκάθαρος leader στην αριστερά. Η στρατηγική όμως του κόμματος δεν αλλάζει, και κατά συνέπεια δεν θα αλλάξουν και τα ποσοστά του, ή καλύτερα, η διείσδυσή του στην ελληνική κοινωνία. Τελικά, αυτό που μας έλεγαν τόσα χρόνια ότι ‘οι κομμουνιστές είναι πάνω κάτω οι ίδιοι, όσοι πεθαίνουν τόσοι γεννιούνται’ έχει αρκετή δόση αλήθειας. Και αυτό γιατί παρότι για δεκαετίες τώρα η στρατηγική του ΚΚΕ είναι να προσηλυτίσει τις νεαρές ηλικίες, έχοντας σταθερή και συνεχή παρουσία σε όλα τα ιδρύματα ανώτερης/ανώτατης εκπαίδευσης, έχει αποδειχθεί ότι αυτή δεν του προσφέρει νέους ψηφοφόρους. Ουσιαστικά, δηλαδή, αν ένας νέος δεν έχει γνωρίσει τις κομμουνιστικές ιδέες μέσα από την οικογένειά του, δεν μπορεί να δει το ΚΚΕ ως υποψήφιο κόμμα προς ψήφιση, εξ’ ου και το ‘όσοι πεθαίνουν, γεννιούνται’.
Μόλις, λοιπόν, ξεκαθαρίσει η κατάσταση στην κεντροαριστερά, το ΚΚΕ θα ξαναδεί μείωση των ποσοστών του, θα μπει σε στοχασμό, και δεν θα αλλάξει τίποτα, όπως κάνει δεκαετίες τώρα. Είναι σταθερά το μόνο κόμμα που περιμένει τους ψηφοφόρους να έρθούν εκείνοι κοντά του (στις ιδέες του), και όχι να πάει αυτό κοντά τους.
Η Πλεύση από την άλλη δεν είναι τίποτα νεό ή πρωτότυπο. Υπάρχει ένα 3-4% που ψηφίζει κοινοβουλευτικό αριστερό κόμμα εδώ και δεκαετίες. Εϊναι οι ψηφοφόροι του παλιού Συνασπισμού. Η Κωνσταντοπούλου πήρε τη σκυτάλη από τον Βαρουφάκη, θα κάνει μια κοινοβουλευτική θητεία και μετά θα παραδώσει στον επόμενο. Το γεγονός ότι προσπαθεί να βολέψει σε αυτήν την θητεία συγγενείς και φίλους (μέσω της λίστας) απλά σημαίνει ότι το ξέρει και η ίδια.
Κοινοβουλευτική Δεξιά
Ενδιαφέρον (και πρωτόγνωρο) το σκηνικό δεξιά της ΝΔ. Παραδοσιακά η ΝΔ δεν άφηνε χώρο δεξιά της, και ενσωμάτωνε όλες τις διαφορετικές γεύσεις δεξιών. Έως ότου στις αρχές του 2000 ο Καραμανλής αποφάσιζε να κάνει το κόμμα κεντροδεξιό, και κατά συνέπεια να αφήσει χώρο δεξιά του. Εκεί εμφανίστηκε ο πρώτος λαϊκιστής δεξιός (Καρατζαφέρης) που δημιούργησε ένα σώμα 4-5% ψηφοφόρων που ακολουθούν από τότε ένα λαϊκιστή δεξιό (Καρατζαφέρης, Καμμένος, Βελόπουλος).
Τα μνημόνια όμως δημιούργησαν και άλλο ένα φαινόμενο, αυτό της Χρυσής Αυγής, και πιο συγκεκριμένα των ακολούθων της. Μην συγχέουμε τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής με αυτούς του λαϊκιστή δεξιού, αφού αυτές οι δύο ομάδες ψηφοφόρων είναι διακριτές. Κακά τα ψέματα, παρότι η Χρυσή Αυγή ενσωμάτωσε ναζιστές και συνωμοσιολόγους, η μεγάλη πλειοψηφία των ακολούθων της ήταν οι χουντικοί. Χουντικοί που, πριν την εμφάνιση της Χρυσής Αυγής, βρίσκονταν σε όλα τα κόμματα, ακόμα και στο ΠΑΣΟΚ και αριστερότερα αυτού. Οι χουντικοί είναι ένα ενδιαφέρον κοινωνιολογικό φαινόμενο αφού στη βάση τους είναι άνθρωποι που δέχονται την καταπάτηση της ελευθερίας τους προκειμένου να έχουν μια σταθερότητα στη ζωή τους. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι δημιούργησαν ένα συμπαγές 4-5% του εκλογικού σώματος που τα τελευταία 10 χρόνια έχει συγκεκριμένη εκλογική συμπεριφορά, δημιούργησαν δηλαδή πολιτικό χώρο. Ακόμα και όταν διαλύθηκε η Χρυσή Αυγή, αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον επόμενο αρχηγό τους (Κασιδιάρη). Αυτό λοιπόν το γκρουπ ψηφοφόρων έχει πάει αυτή τη στιγμή στους Σπαρτιάτες, κατ’ εντολήν του Κασιδιάρη.
Υπάρχουν όμως πολλά αν, όταν προσπαθήσουμε να εκτιμήσουμε την πορεία αυτού του πολιτικού χώρου. Δεν ξέρουμε αν οι χουντικοί ψηφοφόροι θα συνεχίσουν να ψηφίζουνε χουντικό υποψήφιο, αφού πριν 10 χρόνια δεν το έκαναν. Δεν ξέρουμε αν ο Κασιδιάρης συνεχίσει να είναι ο χουντικός υποψήφιος, αφού αν δεν βγει από την φυλακή σύντομα και μείνει μέσα για χρόνια, αναπόφευκτα δεν θα μπορεί να ηγηθεί αυτού του χώρου. Δεν ξέρουμε πως θα εξελιχθεί η σχέση Σπαρτιατών – Κασιδιάρη. Δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη, έστω κι αν στην πρώτη κρίση φάνηκε ο Κασιδιάρης να είναι ο de facto αρχηγός του κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, η εκτίμησή μου είναι ότι αν υπάρξει ένας (νέος ή παλιός) χουντικός που να έχει αναγνωρισιμότητα, να μην είναι φυλακή και να μπορεί να ηγηθεί του χώρου τότε οι ψηφοφόροι θα παραμείνουν (κατεξοχήν αρχηγικός χώρος, γαρ) και θα αποτελούν ξεχωριστό πολιτικό χώρο στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Η Νίκη, από την άλλη, είναι ξεκάθαρη περίπτωση φωτοβολίδας. Μπόρεσε με επιθετικό μάρκετινγκ τις τελευταίες εβδομάδες των εκλογών να απευθυνθεί σε ένα κοινό θεοσεβούμενων και θρησκόληπτων και να τους πείσει να το βάλουν στη Βουλή. Υπάρχει ένα παράδοξο εδώ, αφού χρησιμοποίησε μεθόδους (digital marketing, διαφημίσεις σε τηλεόραση, κ.α.) με τις οποίες θεωρητικά δεν θα έπρεπε να είχε μεγάλη πρόσβαση στο κοινό που ήθελε, παρόλα αυτά τα κατάφερε. Υπάρχει φυσικά η ερώτηση του πως βρέθηκαν τα κεφάλαια και ποιος τους χρηματοδότησε, αφού η απάντησή της θα καθορίσει και την ‘πολιτική’ που θα ακολουθήσει το συγκεκριμένο κόμμα. Σε κάθε περίπτωση, δεν προκύπτει από κανένα άλλο δεδομένο ότι οι θρησκευόμενοι θέλουν και μπορούν να συγκροτίσουν πολιτικό χώρο, κάτι που σημαίνει ότι η Νίκη αργά ή γρήγορα θα διαλυθεί στα εξ’ ων συνετέθη.