Οι διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας-Αιγύπτου βρίσκονται τον τελευταίο καιρό ίσως στο καλύτερο σημείο της ιστορίας τους. Πολλά έχουν γίνει αλλά και πολλά μένει να γίνουν. Μια εκτίμηση του ρόλου της Αιγύπτου απέναντι στην Ελλάδα διαχρονικά μπορεί να μας οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με το τι μπορούμε να περιμένουμε από την Αίγυπτο και τι όχι.

Η κατάσταση της Αιγύπτου σήμερα

Η Αίγυπτος, σήμερα, κυβερνείται ως γνωστόν από τον στρατηγό Σίσι, ο οποίος ανέτρεψε τον ισλαμιστή Μόρσι με πραξικόπημα.  Έχει ήδη αρχίσει εδώ και 2 περίπου χρόνια να αξιοποιεί το κοίτασμα Zohr, έχει τερματικό σταθμό υγροποίησης φυσικού αερίου, είναι αυτάρκης σε φυσικό αέριο πλέον και σχεδιάζει να βρει και να εκμεταλευτεί νέα κοιτάσματα αλλά και να εξάγει το πλεονάζον φυσικό αέριο στην Ευρώπη. Παράλληλα με την ενεργειακή της αναβάθμιση, εδώ και λίγα χρόνια υπερεξοπλίζεται στρατιωτικά και έχει δημιουργήσει τη μεγαλυτερη στρατιωτική βάση στη Μεσόγειο. ΄Έναντι ποιού;΄ είναι η προφανής ερώτηση, αλλά ελλείψη άλλων στοιχείων θα δεχτούμε ότι ο υπερεξοπλισμός γίνεται για να προστατευθεί και να υποστηριχθεί αυτή η ενεργειακή αναβάθμιση της χώρας.

Η σχέση της Αιγύπτου με την Τουρκία

Η σχέση Αιγύπτου-Τουρκίας, όσο πιο απλοποιημένα μπορούμε να την δώσουμε, είναι σχέση ξαδερφών σε ανταγωνισμό. Σε επίπεδο λαών, δηλαδή, τα δύο έθνη είναι τόσο κοντά όσο δύο ξαδέρφια, με πολλά κοινά σημεία (προεξέχοντος της θρησκείας) στην ιστορική τους πορεία. Βρίσκονται όμως και σε ανταγωνισμό, κυρίως όσον αφορά τη θέση τους μέσα στο μουσουλμανικό κόσμο, όσο και τη δυναμική τους στην ανατολική Μεσόγειο. Αυτός ο ανταγωνισμός έχει ρίζες βαθιά μέσα στην ιστορία των δύο χωρών. Ας θυμηθούμε ότι ακόμα και επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας, της οποίας η Αίγυπτος ήταν μέρος, ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ Πασάς (ο ίδιος που εισέβαλε στην Πελοπόννησο για να καταστείλει την επανάσταση) στράφηκε κατά του Σουλτάνου και προέλασε για να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη και να πάρει τη θέση του (σχέδιο που δεν διεκόπη από τον Σουλτάνο αλλά από τις Μεγάλες Δυνάμεις).
Τις τελευταίες δεκαετίες, η σχέση ‘ξαδερφών σε ανταγωνισμό’ ισορροπεί και μεταφέρεται από τον έναν πόλο στον άλλο ανάλογα με τη πολιτική κατάσταση των δύο χωρών. Αν σε αυτές οι πρόεδροι είναι ισλαμιστές οι σχέσεις είναι οι καλύτερες, αν είναι στρατιωτικοί (κεμαλιστές στην Τουρκία) οι σχέσεις είναι ανταγωνιστικές.
Μια επιπλέον διαφορά μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου είναι ότι η Αίγυπτος δεν είναι αναθεωρητική δύναμη, δεν αποσκοπεί δηλαδή σε αλλαγή των συνόρων της περιοχής. Πρόσθετα σε αυτό, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις (όχι ξεκάθαρες αποδείξεις) ότι δεν βλέπει με καλό μάτι τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, το να μεγαλώσει δηλαδή η Τουρκία εις βάρος άλλων χωρών της περιοχής. Και αυτό, παρότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός ήταν πολύ προσεκτικός ώστε να μην βλάπτει επ’ ουδενί τα συμφέροντα της Αιγύπτου.

Σχέση Αιγύπτου – Κύπρου

Οι σχέσεις της Αιγύπτου με την Κύπρο είναι γενικά καλές και έχουν σαν ορόσημό τους την συμφωνία για τις ΑΟΖ τους το 2003. Τότε οι κυβερνήσεις τους έδειξαν μια ιδαίτερα προχωρημένη αντίληψη της ενεργειακής κατάστασης του μέλλοντος, και ενώ Ελλάδα-Τουρκία κοιμόντουσαν σε αυτό το θέμα, οριοθέτησαν την ΑΟΖ τους και ξεκίνησαν και οι δύο έρευνες υδρογοναθράκων που κατέληξαν μεταξύ άλλων στα μεγάλα κοιτάσματα Zohr και Αφροδίτη. Ίσως μάλιστα αυτή η συμφωνία να ήταν και το καμπανάκι στα αυτιά της Τουρκίας για να ξεκολλήσει τα μάτια της από το Αιγαίο, να δει τη μεγάλη εικόνα της Ανατολικής Μεσογείου και δημιουργήσει μετέπειτα το δόγμα της ‘Γαλάζιας Παρτίδας’.

Ανατολική Μεσόγειος

Λέγεται συχνά ότι η Αίγυπτος δεν θέλει να πάρει θέση στην διένεξη Ελλάδας-Τουρκίας για το Καστελόριζο. Δυστυχώς οι πράξεις της Αιγύπτου λένε άλλα, λένε ότι η Αίγυπτος είναι πολύ πιο κοντά στις θέσεις της Τουρκίας για το Καστελόριζο από ότι στις δικές μας.
Όταν άρχισαν οι συζητήσεις Ελλάδας-Αιγύπτου για την οριοθέτηση ΑΟΖ κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000, οι Έλληνες διπλωμάτες αντιμετώπισαν μια ‘μικρή Τουρκία’ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η Αίγυπτος εκκίνησε τις διαπραγματεύσεις θέλοντας ιδιαίτερα μειωμένη επήρρεια στα μεγάλα νησιά του νοτίου Αιγαίου (Κρήτη, Ρόδο, κτλ) και το Καστελόριζο να ‘μην υπάρχει’! Η μόνη διαφορά της Αιγύπτου με την Τουρκία σε αυτό το θέμα ήταν ότι αυτοί δεν θα έκαναν πόλεμο για αυτές τις διεκδικήσεις, αλλά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων οι διπλωμάτες μας δεν έβλεπαν σύντομη λύση. Και λύση δεν ήρθε για 15+ χρόνια, μέχρι που η Τουρκία πρωτοτύπησε (για μια ακόμα φορά) στις διεκδικήσεις της και υπέγραψε το τουρκολιβυκό μνημόνιο, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου.

Το τουρκολιβυκό μνημόνιο

Αυτή η άνευ προηγουμένου συμφωνία της Τουρκίας με την ‘μισή’ Λιβύη, που κονιορτοποιεί τα ελληνικά δικαιώματα στο νοτιοανατολικό Αιγαίο αλλά και ‘κόβει’ ένα πολύ μικρό κομμάτι της ΑΟΖ της Αιγύπτου (που δείχνει και πόσο χοντροκομένη και ευκαιριακή αυτή η συμφωνία ήταν, αφού πλήττει και την ανέγγιχτη μέχρι τώρα Αίγυπτο), υπήρξε ο καταλύτης για να κάτσουν στο τραπέζι η Ελλάδα και η Αίγυπτος και να θέλουν να τα βρουν. Και αν για την ελληνική πλευρά είναι ξεκάθαρο γιατί ήθελε να οριοθετήσει ΑΟΖ με την Αίγυπτο, για την Αίγυπτο η κίνηση αυτή εκτός του ότι προστατεύει το κομμάτι της ΑΟΖ της που μοιράζεται μεταξύ Τουρκίας-Λιβύης είναι και μια ξεκάθαρη θέση της υπέρ του διεθνούς δικαίου αλλά και κατά της επιρροής της Τουρκίας στη Λιβύη. Δεν πρέπει φυσικά να ξεχνάμε και το γεγονός ότι όταν μια χώρα μπαίνει στον ενεργειακό χάρτη (είτε με κοίτασμα πετρελαίου, είτε με φ.α), δεν θέλει πλέον διενέξεις στην περιοχή της ώστε να υπάρχει σταθερότητα και να μπορέσει να αξιοποιήσει πλήρως αυτήν την ενεργειακή της αναβάθμιση. Γι΄ αυτό και η Αίγυπτος μπαίνει σε όλες τις συμμαχίες που έχουν ως βάση τους το διεθνές δίκαιο, και παράλληλα δεν μπαίνει σε ευθεία αντιπαράθεση με την Τουρκία, αφού ξέρει ότι η Τουρκία θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην περιοχή ώστε να πάρει όσα το δυνατόν περισσότερα μπορεί.

Σε αυτό, λοιπόν, το περιβάλλον δεν κατέστη δυνατή η πλήρης οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου, παρά μόνο η μερική (δείγμα των προθέσεων των Αιγυπτίων). Συγκεκριμένα, μόνο μέχρι τον 28ο μεσημβρινό, διότι πέραν αυτού η ΑΟΖ της Ελλάδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επήρρεια του συμπλέγματος του Καστελορίζου. Η 100% επήρρεια του Καστελορίζου ενώνει την ΑΟΖ της Ελλάδας με της Κύπρου και δεν αφήνει θαλάσσια σύνορα μεταξύ Τουρκίας-Αιγύπτου. Ενδεχομένως, λοιπόν, η Αίγυπτος να έχει κουνηθεί από την αρχική της τοποθέτηση ‘δεν υπάρχει Καστελόριζο’, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει συμφωνία με την Ελλάδα για το ποσοστό της επήρρειάς του. Άρα η μερική οριοθέτηση σημαίνει ότι η Αίγυπτος διεκδικεί θαλάσσια σύνορα με την Τουρκία, για τους δικούς της διπλωματικούς λόγους και όχι γιατί αυτό θα αυξήσει την ΑΟΖ της.
Με βάση τα παραπάνω, καταδεικνύεται η δυσκολία ακόμα και αυτής της μερικής οριοθέτησης και κατά συνέπεια ήταν μια επιτυχία της κυβέρνησης να οριοθετήσει μερικώς με την Αίγυπτο πάνω στην περιοχή του τουρκολιβυκού μνημονίου, με αντάλλαγμα μικρότερη κατά περίπου 10% ελληνική ΑΟΖ, από αυτή που θα είχε αν η γραμμή οριοθέτησης ήταν με βάση το διεθνές δίκαιο.

Να επαναλάβουμε εδώ ότι η Αίγυπτος, σε αντίθεση με την Τουρκία, σέβεται το διεθνές δίκαιο. Απλά θεωρεί αφενός ότι στις διαπραγματεύσεις της με την πιεσμένη Ελλάδα μπορεί να ‘πάρει κάτι’, απόλυτα θεμιτό για την πλευρά τους, και αφετέρου ότι το Καστελόριζο είναι ειδική περίπτωση ως αναφορά την επήρρειά του σε ΑΟΖ και χρίζει διαπραγμάτευσης ή/και διατησίας.

Τα μελλοντικά σχέδια

Η Ελλάδα με την Αίγυπτο συνεχίζουν την προσπάθεια συνεργασίας τους, με τελευταία την συμφωνία υποθαλάσσιας ενεργειακής σύνδεσης των δύο χωρών. Είναι προφανές ότι τα επόμενα μεγάλα ορόσημα της ελληνοαιγυπτιακής διπλωματικής σχέσης είναι η πλήρης οριοθέτηση της ΑΟΖ τους καθώς και η διαδρομή του αγωγού EastMed (αυτό και σε συνεργασία και με τις άλλες χώρες). Ο EastMed είναι μακρόπνοο σχέδιο που θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και όχι μόνο από την Ελλάδα και την Αίγυπτο.
Η πλήρης οριοθέτηση της ΑΟΖ είναι επίσης κάτι που θα πάρει χρόνια, αφού η Αίγυπτος θέλει σίγουρα και την Τουρκία μέσα στις διαπραγματεύσεις της οριοθέτησης στην ανατολική Μεσόγειο (εξού και ο όρος ότι για οποιαδήποτε συμφωνία περαν της υφιστάμενης για την υπόλοιπη ΑΟΖ θα πρέπει να υπάρχει συνεννόηση με όλα τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής) και αυτή τη στιγμή η Τουρκία κινείται σε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από αυτήν της διαπραγμάτευσης της επήρρειας του Καστελορίζου. Ούτε όμως και η Ελλάδα δεν βιάζεται να κάτσει στο τραπέζι της συζήτησης της μειωμένης επήρρειας του Καστελορίζου, όπου θα βρει απέναντί της Τουρκία και Αίγυπτο μαζί. Και δεν πρέπει να απωλέσει τα θαλάσσια σύνορά της με την Κύπρο χωρίς ουσιαστικό αντάλλαγμα από πλευράς Τουρκίας (και πάλι λέμε ότι είμαστε πολύ μακριά από το σημείο που η Τουρκία θα κάτσει ακόμα και να συζητήσει για αυτά, πόσο μάλλον να ‘δώσει’).
‘Αρα η οριοθέτηση ΑΟΖ στην ανατολική Μεσόγειο είναι πολύ μακριά με τα σημερινά δεδομένα. Το βέλτιστο, αυτή τη στιγμή, ρεαλιστικό σενάριο για την Ελλάδα είναι να πειστεί η Αίγυπτος (που δεν το έχει κάνει για δεκαετίες) να υπογράψει συνυποσχετικό με την Ελλάδα για παραπομπή της πλήρης οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου από το διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Το δικαστήριο θα άκουγε τα επιχειρήματα των δικηγόρων της Ελλάδας και της (μη εχθρικής) Αιγύπτου και θα επιδίκαζε ένα ποσοστό επήρρειας στο Καστελόριζο ορίζοντας τα σύνορα της ΑΟΖ των δύο χωρών, αλλά και κατά συνέπεια της Τουρκίας. Αυτό θα πίεζε αφόρητα την Τουρκία σε διπλωματικό επίπεδο, αλλά ΔΕΝ θα έλυνε το πρόβλημα, αφού η Τουρκία δεν θα αναγνώριζε την απόφαση του δικαστηρίου και θα συνέχιζε την πολιτική της. Σε αυτό το σημείο είναι που η Ελλάδα χρειάζεται την στρατιωτική υπεροχή (κατά πρώτο λόγο) και τις συμμαχίες της (κατά δεύτερο) για να ‘επιβάλει’ στην Τουρκία διεθνές δίκαιο και αποφάσεις δικαστηρίων. Άρα μια προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια θα πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται και από στρατιωτική ενίσχυση. Και αυτό, όπως είπαμε, είναι το βέλτιστο ρεαλιστικό σενάριο για τα συμφέροντα της Ελλάδας. Διότι οποιοδήποτε άλλο σενάριο θα μας βρει κάποτε στο (τετραμερές, μαζί με την Κύπρο) τραπέζι των διαπραγματεύσεων με Τουρκία και Αίγυπτο να υποστηρίζουν παρεμφερείς θέσεις, με ότι αυτό συνεπάγεται για το αποτέλεσμα μιας τέτοιας διευθέτησης.